“Είσαι καλά;”
“Όχι, εσύ;”
Αυτή είναι η απάντηση μου το τελευταίο διάστημα, πριν και κατά τη διάρκεια του δεύτερου lockdown. Και κάπως έτσι ξεδιπλώνονται μπροστά μου σκέψεις και συναισθήματα άλλων ανθρώπων. Το κορίτσι στο καφέ, ο υπάλληλος στο φούρνο, η κοπέλα στο μανάβικο, ο κρεοπώλης… Πως νιώθουν, γιατί νιώθουν έτσι, τι έχασαν, τι τους λείπει περισσότερο, τι ποθούν και δεν έχουν και που πήγαν τα όνειρα και οι ελπίδες τους… Και σαν ολοκληρώνουν όλα όσα μοιράζονται είναι λες και ηρεμεί το βλέμμα πίσω από τη μάσκα. Σαν να χαμογελούν και λίγο τα μάτια.
Μπορούμε να μην είμαστε καλά κι είναι οκ να το μοιραζόμαστε. Πολύ πιο οκ απο το να κλειδωνόμαστε στους τέσσερις τοίχους και να κλαίμε μόνοι μας τη μοίρα και τη γκαντεμιά μας. Δεν αφορά μόνο εμάς όλο αυτό αλλά και ολόκληρο τον κόσμο. Δε φταίει η μαύρη μας η μοίρα ούτε και η κλάψα μας θα οδηγήσει κάπου. Να ξεθυμάνουμε αυτό έχει σημασία. Η μοιρασία σκέψεων και συναισθημάτων και η παρηγοριά του “ξεφορτώματος”. Δεν χρειάζεται να λέμε πια πολλά παρά μόνο να ακούμε.
Και σαν ακούμε , παρατηρούμε καλύτερα. Το μέσα και το έξω μας.
Κι όσο η ζωή συνεχίζεται μέσα σε αυτήν την παύση κι όσο πιο δύσκολα μοιάζουν όλα ας θυμόμαστε οι πολλοί ότι είμαστε άνθρωποι. Με συναισθήματα πίσω απο τις μάσκες, που καλεστήκαμε να φορέσουμε μια και καλή.
Ας είναι όλο αυτό μια ευκαιρία να επιλέξουμε ανθρώπους αληθινούς και γνήσιους και να ξεκόψουμε απο τους τοξικούς.
Ας αναλογιστούμε πως μπορεί ο καθένας μας να βοηθήσει κάποιον άλλον χωρίς απαραίτητα να το φωνάζει. Γιατί οι πιο καλές πράξεις είναι οι αθόρυβες. Εκείνες που γίνονται με την καρδιά… Δεν αλλάζει μορφή η καλοσύνη στα κρυφά.
Κι ας αγαπήσουμε τόσο το μέσα μας πια που τίποτα άλλο να μην μπορεί να το χαλάσει. Γιατί αν δεν αγαπήσεις πρώτα εσύ εσένα τότε ποιος θα το κάνει;
Στέλνω φως κι αγάπη πέρα ως πέρα,
και να θυμάστε είμαστε πολλοί που βιώνουμε τα ίδια.
Μαρίνα.